Εκτύπωση

Τράπεζα Κύπρου Χρονολόγιο 1899-2009


Ομιλία του Αθανάσιου Ορφανίδη, Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου στην παρουσίαση της έκδοσης του Ιστορικού Αρχείου της Τράπεζας Κύπρου «Τράπεζα Κύπρου Χρονολόγιο 1899 – 2009»

Λευκωσία, 21 Σεπτεμβρίου 2010

 

Είναι ιδιαίτερη η σημερινή μέρα για εσάς που εργαστήκατε για την έκδοση «Τράπεζα Κύπρου Χρονολόγιο 1899 – 2009». Είναι μέρα ηθικής ικανοποίησης και για όσους εργάστηκαν πρακτικά αλλά και για εκείνους που αναγνώρισαν την αξία μιας τέτοιας έκδοσης, τη στήριξαν και την τροφοδότησαν με υλικά και ψυχικά εφόδια, ώστε να καταστεί πραγματικότητα. Είναι επίσης μέρα μνήμης και απότισης φόρου τιμής στους ιδρυτές της Τράπεζας Κύπρου, οι οποίοι έθεσαν ουσιαστικά και τις βάσεις για τη δημιουργία του τραπεζικού συστήματος της χώρας μας. Όπως επίσης και σε όλους όσους οραματίστηκαν και δημιούργησαν βασισμένοι σε αξίες που εντοπίζονται στις καλύτερες εκφάνσεις της ανθρώπινης φύσης.

Αναγνωρίζοντας λοιπόν την πολυδιάστατη σημασία της παρούσας έκδοσης και της δημιουργίας και τήρησης του Ιστορικού Αρχείου της Τράπεζας Κύπρου, θεώρησα τιμητική την πρόσκλησή σας να παρουσιάσω σήμερα το Χρονολόγιο. H ιστορία είναι πάντοτε χρήσιμος οδηγός του ανθρώπου για την πορεία του προς τα απρόβλεπτα μονοπάτια του αύριο. Ανεπαρκής γνώση της ιστορίας αποτελεί ένα κενό το οποίο ο κάθε σώφρων άνθρωπος θα πρέπει να συμπληρώνει.

Η έκδοση «Τράπεζα Κύπρου Χρονολόγιο 1899 – 2009» περιλαμβάνει μια κατ’ έτος συνοπτική περιγραφή του διεθνούς και εγχώριου περιβάλλοντος εντός του οποίου δημιουργήθηκε και εξελίχθηκε σταδιακά ο τραπεζικός οργανισμός. Παράλληλα, καταγράφει με φροντίδα τα σημαντικότερα βήματα που έκαναν οι πρωταγωνιστές του οργανισμού, από την ίδρυση του Ταμιευτηρίου «Η Λευκωσία», του άμεσου προγόνου του Συγκροτήματος της Τράπεζας Κύπρου, μέχρι και τη σημερινή του μορφή. Δεν παραλείπει όμως, έστω και πίσω από τις γραμμές, να υποδείξει στον αναγνώστη το σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισαν και όλοι όσοι ενίσχυσαν με την εργασία και το ζήλο τους αυτό το οικοδόμημα. Υπενθυμίζω ότι σήμερα απασχολεί γύρω στους 12.000 υπαλλήλους και διαθέτει ενεργητικό υπερδιπλάσιο του ΑΕΠ του νησιού.

Αρχή του σημερινού χρηματοπιστωτικού, για τα κυπριακά δεδομένα, κολοσσού αποτέλεσε η πρωτοβουλία μιας ομάδας κατοίκων της Λευκωσίας οι οποίοι ήταν γνωστοί για την επαγγελματική και κοινωνική τους δράση. Το 1899 αποφάσισαν ότι είχε έρθει η ώρα να δοθεί μια διέξοδος στον απλό κόσμο, τους βιοπαλαιστές και τους μικροεπιχειρηματίες, καθώς και τους αγρότες οι οποίοι βρίσκονταν στα χέρια των τοκογλύφων. Στην Κύπρο μέχρι τότε λειτουργούσε μόνο μία εμπορική τράπεζα, η Αυτοκρατορική Οθωμανική Τράπεζα, η οποία εξυπηρετούσε τις ανάγκες της Αγγλικής διακυβέρνησης και κάποιων ντόπιων μεγαλεμπόρων. Όπως αναφέρεται στην παρούσα έκδοση, όλη η προεργασία έγινε μέσα στον Κυπριακό Σύλλογο από τα μέλη, με πρωτεργάτες τον Πρόεδρο του Συλλόγου, το γιατρό Αντώνιο Θεοδότου και το δικηγόρο Ιωάννη Οικονομίδη.

Θεωρώ σκόπιμο να σταθώ λίγο στη γέννηση του Ταμιευτηρίου διότι οι λόγοι για τους οποίους συστάθηκε και οι αξίες πάνω στις οποίες βασίστηκε, η αλληλεγγύη και το κοινό καλό, αποτελούν έμπρακτη επιβεβαίωση της άποψης ότι η αρετή δημιουργεί πρόοδο. Η σύσταση του Ταμιευτηρίου λοιπόν, όπως καταμαρτυρεί ο Τύπος της εποχής, είχε μεγάλη επιτυχία και αγκαλιάστηκε με θέρμη, αφού ήταν προσιτό και «εις τα ασθενέστερα βαλάντια». Το Ταμιευτήριο αντικρίστηκε ως μια κίνηση «διά τον λαόν» (Τράπεζα Κύπρου, 2010).

Το Ταμιευτήριο δεν απευθυνόταν μόνο στα μέλη του Κυπριακού Συλλόγου, αλλά σε όλους τους πολίτες ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης. Σύμφωνα με δημοσιεύματα στον τύπο της εποχής, το Ταμιευτήριο «η Λευκωσία» ήταν κάτι το οποίο χρειαζόταν ο τόπος. Αποτελούσε το μέσο, ή την ευκαιρία καλύτερα, να αποκτήσουν οικονομική ευρωστία και οι λαϊκές τάξεις. Αξίζει να αναφερθεί ότι το Ταμιευτήριο Λευκωσίας ήταν αυτό που στήριξε το συνεργατισμό στα πρώτα του βήματα, ενισχύοντάς το και με τα απαιτούμενα κεφάλαια. Μάλιστα, ένας από τους ιδρυτές του Ταμιευτηρίου, ο Ιωάννης Οικονομίδης, ηγήθηκε της ομάδας εθελοντών οι οποίοι ίδρυσαν το πρώτο συνεργατικό, υπογραμμίζοντας τη σχέση αμοιβαίας ηθικής και υλικής στήριξης μεταξύ ατόμων, στο πλαίσιο του κοινωνικού συνόλου (βλ. Phylaktis, 1995).

Σταδιακά το Ταμιευτήριο καθιερώθηκε και κέρδισε ευρεία αναγνώριση. Αξιοποίησε τις οικονομίες των απλών ανθρώπων, και προώθησε την ιδέα της αποταμίευσης. Η μικρή αποταμιευτική τράπεζα δεν άργησε πολύ να μετατραπεί σε κανονικό τραπεζικό ίδρυμα. Το Μάρτιο του 1909 αποφασίστηκε η μετονομασία του σε «Τράπεζα Κύπρου» και το Δεκέμβριο του 1912 αναγνωρίστηκε επίσημα ως ανώνυμος εταιρεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Οθωμανικού Εμπορικού Κώδικα που ίσχυε ακόμα τότε στην Κύπρο.

Στη δεκαετία του 1940, η Τράπεζα Κύπρου έκανε την πρώτη της αναπτυξιακή κίνηση, ξεκινώντας μια πορεία «παγκυπριοποίησης». Συγχωνεύθηκε με τις τράπεζες «Αμμοχώστου» (1943), «Λάρνακος» (1943), την τράπεζα «Μέλισσα» (1944) και στη συνέχεια με το «Κυπριακό Ταμιευτήριο» (1945) και τη «Λαϊκή Τράπεζα Πάφου» (1952). Τότε είναι που υιοθέτησε ως έμβλημά της το αρχαίο Κυπριακό νόμισμα με την επιγραφή ΚΟΙΝΟΝ ΚΥΠΡΙΩΝ.

Η Τράπεζα Κύπρου, όπως και οι άλλες κυπριακές τράπεζες, σε αντίθεση με τις ξένες που σταδιακά άρχισαν να λειτουργούν στο νησί, προσαρμόστηκαν στις ανάγκες του Κύπριου ενεργώντας υποστηρικτικά και συμβάλλοντας καθοριστικά στη μεγέθυνση της οικονομίας. Θα αναφέρω τη χαρακτηριστική περίπτωση της Μεγάλης Ύφεσης, τη δεκαετία του 1930. Τότε που η διεθνής οικονομία βίωσε  μια ολέθρια εμπειρία, μια οδυνηρή καταστροφή με επιπτώσεις τόσο στον ανεπτυγμένο, όσο και στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η Κύπρος, πέραν των συνεπειών του διεθνούς «κραχ», πέρασε και μια πρωτοφανή ξηρασία αλλά και την πρώτη δυναμική αντιαποικιακή εξέγερση με τα γνωστά Οκτωβριανά γεγονότα. Την περίοδο αυτή, οι ξένες τράπεζες παρουσιάστηκαν απρόθυμες να δανείσουν. Οι κυπριακές όμως τράπεζες συντάχθηκαν με την κοινή μοίρα των Κυπρίων. Ανάλογες αναφορές για την πολιτική αρωγής του λαού που ακολούθησε η Τράπεζα, έχω εντοπίσει και στα χρόνια του απελευθερωτικού αγώνα, των διακοινοτικών ταραχών αλλά και το 1974 και τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν.

Από την ιστορική εξέλιξη του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου, προκύπτει ότι τα στοιχεία της αλληλεγγύης και της ηθικής συμπεριφοράς εκ μέρους των ισχυρών τραπεζών έναντι του σχετικά αδύναμου δανειζόμενου πολίτη, έστω και του επιχειρηματία, ήταν σύμφυτα με το σύστημα. Ήταν ίδια χαρακτηριστικά αυτών που ίδρυσαν τις κυπριακές τράπεζες και ανέλαβαν να τις διοικήσουν τις πρώτες δεκαετίες της ύπαρξής τους. Τότε που οι συνθήκες έθεταν συχνά το κοινωνικό καλό πάνω από το ατομικό. Οι αρετές αυτές έπρεπε να υπηρετούνται, ειδικά σε μια εποχή που δεν υπήρχαν εποπτικοί κανόνες και περιορισμοί ή δεν ήταν ιδιαίτερα αυστηροί και εξαντλητικοί (βλ. Phylaktis, 1995).

Η Τράπεζα Κύπρου θεμελιώθηκε από λίγους οραματιστές που με την προσωπική τους προσπάθεια και την καθημερινή πρακτική τους συνέβαλαν καθοριστικά στην εξέλιξή της. Η εποχή ήταν δύσκολη και κάθε προσπάθεια προόδου «καταπιεσμένη» από τις πολιτικές συνθήκες. Εντούτοις, η ομάδα αυτών των ανθρώπων που ίδρυσαν το Ταμιευτήριο διέθετε την αρετή, έβλεπε μπροστά και δεν φοβήθηκε τον κόπο. Η πρόοδος στη ζωή δεν προκύπτει από το συμβιβασμό αλλά από την τόλμη. Όταν κάποιος δεν εφησυχάζετε με μια κατάσταση, όταν αντιλαμβάνεται την ανάγκη για αλλαγή, αυτό προαγγέλλει την πρόοδο.

Τα διδάγματα για το σύγχρονο άνθρωπο είναι προφανή: Εκτός από τη συνετή διαχείριση, οι άνθρωποι οφείλουν να προάγουν στα πλαίσια των δραστηριοτήτων τους και να εφαρμόζουν στην πράξη τις αρχές της ηθικής συμπεριφοράς και της δεοντολογίας. Μόνο έτσι θα διαφυλάξουν ότι έχουν επιτύχει μέχρι σήμερα. Η ανάπτυξη της Κύπρου κατά το δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα ήταν ραγδαία. Τέτοια που να μας επιτρέπει σήμερα να μιλούμε για ένα οικονομικό θαύμα το οποίο συντελέστηκε ειδικά μετά την τουρκική εισβολή. Η συμβολή του τραπεζικού συστήματος ήταν καθοριστική. Οφείλουμε όχι μόνο να προστατεύσουμε το σημαντικό αυτό «όπλο», αλλά και να φροντίσουμε να αποβάλουμε από το σύστημα που το περιβάλλει οτιδήποτε συνιστά απειλή για την περαιτέρω εξέλιξή του. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένη την επιτυχία του. Η χρήση αθέμιτων μέσων για εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων και η αμφισβήτηση των θεσμών που τάχθηκαν να διαφυλάξουν την ακεραιότητά του, αποτελούν ρήξη στα θεμέλιά του.

Οι παράγοντες του χρηματοπιστωτικού τομέα έχουν υποχρέωση να συνεχίσουν να πορεύονται στη βάση του παραδείγματος των ιδρυτών του τραπεζικού συστήματος. Να εφαρμόζουν στην πράξη τις αρχές που κληρονόμησαν και ειδικά σήμερα, που η Κύπρος βιώνει μια σοβαρή οικονομική κρίση, να φροντίζουν για το γενικότερο καλό.

Η εντιμότητα είναι μεταξύ των σημαντικότερων στοιχείων που δημιουργεί σε μια κοινωνία τις προϋποθέσεις προόδου και ευημερίας. Αυτό ήταν και το κύριο χαρακτηριστικό της πόλης για τον Αριστοτέλη ο οποίος πίστευε ότι καθοριστικός παράγοντας για μια ευδαιμονούσα πολιτεία, δεν είναι μόνο οι επιδόσεις της στην παραγωγή υλικών αγαθών, αλλά η διαπαιδαγώγηση των πολιτών στο «ηθικά πράττειν». Έτσι είναι που ο πολίτης αισθάνεται την ανάγκη αλλά και την τιμή να είναι πολίτης μιας ευνομούμενης πολιτείας.

Προκειμένου μια κοινωνία να προοδεύσει, η ευθύνη βαραίνει το κάθε συστατικό της στοιχείο. Ο καθένας από εμάς έχει ευθύνη σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο να προάγει την εντιμότητα και να καταπολεμά τη διαφθορά. Διότι αυτή είναι που δηλητηριάζει το δημόσιο βίο, που υποβαθμίζει το κύρος και την αξιοπιστία μιας χώρας και κυρίως που σκοτεινιάζει τον ορίζοντα της νεολαίας. Η διαφθορά ενισχύεται από την υπολειτουργία των θεσμών, την ατιμωρησία και την ανοχή σε αντιδεοντολογικές και ύποπτες συμπεριφορές. Η αντίσταση στη διαφθορά απαιτεί ηθικές αρετές που διαμορφώνουν την κοινωνία. Το παράδειγμα μιας μικρής ομάδας ανθρώπων που οραματίστηκαν, τόλμησαν και δημιούργησαν στη βάση αρχών, δεν μπορεί παρά να είναι σημείο αναφοράς για όλους εμάς.

Κλείνοντας, θέλω να πάω πίσω στο ξεκίνημα της Τράπεζας Κύπρου. Από το 1899 μέχρι το 2010, ο αιωνόβιος αυτός οργανισμός, όπως και το τραπεζικό σύστημα στο σύνολό του, κατέγραψαν πολλές επιτυχίες στο ιστορικό τους. Επιτυχίες που ήταν βασισμένες στην επίπονη εργασία και τις ηθικές αρχές. Και είναι αυτή η διαπίστωση που δημιουργεί τη μεγαλύτερη ευθύνη για το μέλλον. Μια ευθύνη που ανήκει σε όλους εμάς που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δρούμε εντός του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού πλαισίου. Μπορούμε να αναλάβουμε αυτή την ευθύνη, μιμούμενοι τις αρετές και υπηρετώντας τις αρχές των ιδρυτών του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου. Μπορούμε όμως και να τις παραγνωρίσουμε. Η επιλογή είναι δική μας.

-------------------------------------------------------------

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Phylaktis, Kate (1995) The Banking System of Cyprus, London: Macmillan.

Τράπεζα Κύπρου (2010) Χρονολόγιο 1899-2009, Λευκωσία: Ιστορικό Αρχείο Τράπεζας Κύπρου.